Ο Γιώργος Σαμπάνης παραχώρησε μία συνέντευξη στο περιοδικό ΟΚ! και μίλησε, μεταξύ άλλων, για τα παιδικά του χρόνια, την περίοδο που ήταν φοιτητής στη Γυμναστική Ακαδημία, αλλά και την καθημερινότητά του σήμερα.
Μιλώντας για τις καλλιτεχνικές του καταβολές και το επάγγελμα των γονιών του: «Στην οικογένειά μου όλοι τραγουδάνε καλά και όλοι ασχολούνται με κάτι καλλιτεχνικό, που δεν έχει σχέση όμως αμιγώς με το τραγούδι. Οι γονείς μου, για παράδειγμα, είναι δάσκαλοι παραδοσιακών χορών» εξηγεί, ενώ γυρνώντας τον χρόνο πίσω αναφέρθηκε στην πρώτη του ανάμνηση από τη μουσική: «Η μάνα μου λέει ότι αυτονανουριζόμουν στο κρεβάτι. Έφτιαχνα μελωδίες όταν ήμουν μόλις 1 έτους. Το έκανα για να μπορέσω να κοιμηθώ. Προσπαθούσα μάλλον να βρω άκρη με τους πόνους που έχουν τα παιδάκια».Απαντώντας σε ερώτηση για το αν θα μπορούσε να σκεφτεί τη ζωή του μακριά από το τραγούδι: «Γιατί να το κάνω αυτό; Κοίταξε, δεν ήταν στα πλάνα μου να γίνω τραγουδιστής και καλλιτέχνης. Πρωταθλητής Ελλάδας στον στίβο ήμουν και φοιτητής στη Γυμναστική Ακαδημία. Παράλληλα, όμως σπούδαζα μουσική. Ήξερα ότι στο μέλλον θα κάνω μαθήματα κιθάρας σε παιδάκια ή θα παίζω μουσική σε καμιά ταβέρνα, για να συμπληρώνω το εισόδημα. Και παράλληλα θα τραγουδάω κάπου, γιατί το είχα καψούρα και μεγάλο μεράκι».Στη συνέχεια συμπλήρωσε: «Από μικρός έγραφα τα τραγούδια μου και τα παρουσίαζα στους φίλους μου. Τα έβαζα σε κασέτες και τα άκουγαν. Στον δικό μου μικρόκοσμο τα τραγούδια μου ήταν γνωστά από τότε που ήμουν 13 χρόνων. Οι κολλητοί μου φίλοι είχαν τις κασέτες με τα κομμάτια μου και μετά τα CD. Καθόμουν στο στούντιο, έγραφα ό,τι μου κατέβαινε, τους τα έδινα και τα τραγουδoύσαμε παρέα».Για το αν θα φανταζόταν αυτή την εξέλιξη στην επαγγελματική του πορεία, ο Γιώργος Σαμπάνης ξεκαθάρισε: «Ακόμα είναι κάτι που δεν το βλέπω ως δουλειά. Ίσως αυτό να είναι το πιο τυχερό πράγμα που έχει συμβεί στη ζωή μου. Το επάγγελμά μου δηλαδή δεν είναι στην ουσία κάτι που κάνω αλλά είναι κάτι που είμαι. Δεν προσποιούμαι κάποιον. Αυτό είμαι».Σχολιάζοντας αν η φράση «βαριέμαι να πάω στη δουλειά» υπάρχει στην καθημερινότητά του: «Δεν στενοχωριέμαι με τη δουλειά, ούτε κουράζομαι. Εντάξει, σωματικά το ξενύχτι κουράζει τους πάντες, αλλά θα σου πω τι συμβαίνει. Και να βαριέσαι να πας ένα βράδυ, με το που μπαίνεις στη διαδικασία και βλέπεις τον κόσμο το ξεχνάς. Δηλαδή αποκλείεται να βαρεθείς. Δεν γίνεται. Άντε να βαρεθείς στις 10 η ώρα, που λες ότι είμαι καλά σπίτι, σε μια άλλη παράσταση, και σκέφτεσαι “πώς θα βρεθώ 10.30 στο μαγαζί;”. Ευτυχώς όμως υπάρχει μια διαδικασία μερικών ωρών ούτως ώστε να συντονιστείς με το κλίμα και τον χώρο. Το σίγουρο είναι ότι με το που βλέπεις την αγάπη στα μάτια του κόσμου στην έναρξη του προγράμματος, τότε δεν γίνεται να βαρεθείς».
Μιλώντας για τις καλλιτεχνικές του καταβολές και το επάγγελμα των γονιών του: «Στην οικογένειά μου όλοι τραγουδάνε καλά και όλοι ασχολούνται με κάτι καλλιτεχνικό, που δεν έχει σχέση όμως αμιγώς με το τραγούδι. Οι γονείς μου, για παράδειγμα, είναι δάσκαλοι παραδοσιακών χορών» εξηγεί, ενώ γυρνώντας τον χρόνο πίσω αναφέρθηκε στην πρώτη του ανάμνηση από τη μουσική: «Η μάνα μου λέει ότι αυτονανουριζόμουν στο κρεβάτι. Έφτιαχνα μελωδίες όταν ήμουν μόλις 1 έτους. Το έκανα για να μπορέσω να κοιμηθώ. Προσπαθούσα μάλλον να βρω άκρη με τους πόνους που έχουν τα παιδάκια».Απαντώντας σε ερώτηση για το αν θα μπορούσε να σκεφτεί τη ζωή του μακριά από το τραγούδι: «Γιατί να το κάνω αυτό; Κοίταξε, δεν ήταν στα πλάνα μου να γίνω τραγουδιστής και καλλιτέχνης. Πρωταθλητής Ελλάδας στον στίβο ήμουν και φοιτητής στη Γυμναστική Ακαδημία. Παράλληλα, όμως σπούδαζα μουσική. Ήξερα ότι στο μέλλον θα κάνω μαθήματα κιθάρας σε παιδάκια ή θα παίζω μουσική σε καμιά ταβέρνα, για να συμπληρώνω το εισόδημα. Και παράλληλα θα τραγουδάω κάπου, γιατί το είχα καψούρα και μεγάλο μεράκι».Στη συνέχεια συμπλήρωσε: «Από μικρός έγραφα τα τραγούδια μου και τα παρουσίαζα στους φίλους μου. Τα έβαζα σε κασέτες και τα άκουγαν. Στον δικό μου μικρόκοσμο τα τραγούδια μου ήταν γνωστά από τότε που ήμουν 13 χρόνων. Οι κολλητοί μου φίλοι είχαν τις κασέτες με τα κομμάτια μου και μετά τα CD. Καθόμουν στο στούντιο, έγραφα ό,τι μου κατέβαινε, τους τα έδινα και τα τραγουδoύσαμε παρέα».Για το αν θα φανταζόταν αυτή την εξέλιξη στην επαγγελματική του πορεία, ο Γιώργος Σαμπάνης ξεκαθάρισε: «Ακόμα είναι κάτι που δεν το βλέπω ως δουλειά. Ίσως αυτό να είναι το πιο τυχερό πράγμα που έχει συμβεί στη ζωή μου. Το επάγγελμά μου δηλαδή δεν είναι στην ουσία κάτι που κάνω αλλά είναι κάτι που είμαι. Δεν προσποιούμαι κάποιον. Αυτό είμαι».Σχολιάζοντας αν η φράση «βαριέμαι να πάω στη δουλειά» υπάρχει στην καθημερινότητά του: «Δεν στενοχωριέμαι με τη δουλειά, ούτε κουράζομαι. Εντάξει, σωματικά το ξενύχτι κουράζει τους πάντες, αλλά θα σου πω τι συμβαίνει. Και να βαριέσαι να πας ένα βράδυ, με το που μπαίνεις στη διαδικασία και βλέπεις τον κόσμο το ξεχνάς. Δηλαδή αποκλείεται να βαρεθείς. Δεν γίνεται. Άντε να βαρεθείς στις 10 η ώρα, που λες ότι είμαι καλά σπίτι, σε μια άλλη παράσταση, και σκέφτεσαι “πώς θα βρεθώ 10.30 στο μαγαζί;”. Ευτυχώς όμως υπάρχει μια διαδικασία μερικών ωρών ούτως ώστε να συντονιστείς με το κλίμα και τον χώρο. Το σίγουρο είναι ότι με το που βλέπεις την αγάπη στα μάτια του κόσμου στην έναρξη του προγράμματος, τότε δεν γίνεται να βαρεθείς».