Ο Γιάννης Πάριος είναι από τους κορυφαίους ερμηνευτές της χώρας μας.
Ο τραγουδιστής που έχει υμνήσει με τη φωνή του τον έρωτα όσο κανένας άλλος μίλησε στο περιοδικό «ΟΚ!» για την καριέρα του, τις αυλές που περιστοιχίζουν τους καλλιτέχνες και άλλα πολλά… Απάντησε αν μετά από τόσα χρόνια καριέρας νιώθει χορτασμένος και αποκαλύπτει αν ένιωσε ποτέ ότι έχει γίνει… κάποιος.
Ο τραγουδιστής που έχει υμνήσει με τη φωνή του τον έρωτα όσο κανένας άλλος μίλησε στο περιοδικό «ΟΚ!» για την καριέρα του, τις αυλές που περιστοιχίζουν τους καλλιτέχνες και άλλα πολλά… Απάντησε αν μετά από τόσα χρόνια καριέρας νιώθει χορτασμένος και αποκαλύπτει αν ένιωσε ποτέ ότι έχει γίνει… κάποιος.
Μετά από μια τόσο σπουδαία καριέρα, όπως η δική σας, ένας καλλιτέχνης νιώθει χορτασμένος;
Όχι, αλίμονο! Κουρασμένος ναι, χορτάτος όχι. Στον καλλιτέχνη βγαίνει πρώτα η ψυχή και μετά το χούι. Ο Καζαντζίδης το είχε πει πρώτος. Κάποια στιγμή όμως νιώθεις την κούραση. Εκεί που είναι να πεις δέκα τραγούδια, λες τα οκτώ, ενώ όταν είσαι νέος λες εβδομήντα. Το περάσαμε το στάδιο αυτό. Όταν γίνεις κάποιος, έχεις την πολυτέλεια να επιλέγεις. Τραγουδάς πια το απωθημένο σου, δεν τραγουδάς αυτό που σου επιβάλλουν. Εξάλλου η τεχνολογία πέθανε τον δίσκο.
Πότε νιώσατε πρώτη φορά ότι έχετε γίνει κάποιος;
Δεν το αισθάνθηκα ποτέ μου. Και δεν είμαι κάποιος. Απλά τραγουδάω καλύτερα από σένα. Αυτή είναι η διαφορά μας. Κοιμόμαστε, τρώμε, σκεφτόμαστε… Αυτό που κάνεις εσύ δεν θα το έκανα τόσο καλά εγώ, όπως κι εσύ δεν θα έκανες το ίδιο καλά αυτό που κάνω εγώ. Υπάρχουν οι τάδε δημοσιογράφοι που μπορούν να ρίξουν μια κυβέρνηση κι άλλοι που είναι μικροί ακόμα. Αυτός που λέει «έφτασα» δεν έτρεξε ποτέ και δεν έφτασε ποτέ.
Οι καλλιτέχνες συχνά αρέσκονται όμως να έχουν γύρω τους αυλές.
Αυτοί είναι οι ανασφαλείς και αυτοί που κοιτάζονται πολύ στον καθρέφτη τους. Άμα δεν συμφωνούν οι άλλοι, πάει και λέει καθρέφτη, καθρεφτάκι μου, ποιος είναι ο πιο ωραίος;». Και ο καθρέφτης του απαντά «εσύ». Και ας μη βλέπεται… Είτε είναι άντρας είτε γυναίκα. Για μένα ο ωραιότερος καθρέφτης είναι αυτός που σε βλέπει και τον βλέπεις όπως είστε. Τα άλλα είναι πάθη και μικρότητες.
Με τον δικό σας καθρέφτη υπήρξατε αυστηρός;
Πρώτα απ’ όλα, δεν είχαμε καθρέφτες στην Πάρο! Πού να τον βρούμε τότε. Αργότερα πήγαινα στον καθρέφτη να δω μόνο αν είναι στραβό το πουκάμισο. Δεν είναι όπως τώρα, που ο θεατής κοιτάζει, κοιτάζει, κοιτάζει… Η γενιά μου έβγαινε στη σκηνή και απασχολούσαμε το κοινό με το τι φορούσαμε για τρία λεπτά. Μετά τελείωνε αυτό και μας άκουγαν. Έλεγαν τότε «πάμε να ακούσουμε τη Μαρινέλλα, την Αλεξίου, τον Νταλάρα, τον Μητροπάνο, τον Πουλόπουλο, τον Πάριο». Δεν έλεγαν «πάμε να δούμε τον τάδε». Το πρόγραμμα δεν γινόταν κάτω στον κόσμο. Το πρόγραμμα γινόταν πάνω στην πίστα. Και από εκεί και πέρα γινόταν μια παρέα η πίστα με τους ανθρώπους. Τώρα γίνεται κάτω το πρόγραμμα και το πάνω είναι για να σε παρασύρει. Δεν σε ακούν, δεν σε βλέπουν. Αυτό δεν συμβαίνει πάντα σε όλους, αλλά σε ορισμένα μαγαζιά που δεν έχουν επιτυχία και προσπαθούν να μαζέψουν τον κόσμο. Έχω δει τη Μαρινέλλα να κάνει παρατήρηση από τη σκηνή σε άνθρωπο στο πρώτο τραπέζι να αφήσει το κινητό του και να απολαύσει το πρόγραμμα. Αυτό που έλεγα εγώ ήταν ότι η δύναμη του καλλιτέχνη ήταν να αναγκάσει αυτόν που τρώει να τον ακούσει και να αφήσει κάτω το μαχαιροπίρουνο του.
Ο παράγοντας «τύχη» θεωρείτε ότι έπαιξε ρόλο στην καριέρα σας ή δεν πιστεύετε στην τύχη;
Η τύχη είναι ένας δρόμος. Μπορεί να συναντήσεις κάποιον τυχαία στον δρόμο και να. είναι ο άνθρωπος της ζωής σου. Αν προχωρήσεις εκατό μέτρα, μπορεί να διαπιστώσεις ότι δεν είναι αυτός η τύχη σου. Πιστεύω ότι την τύχη τη διαμορφώνουμε μόνοι μας. Όχι ότι δεν πιστεύω στην τύχη, πιστεύω ότι πρέπει να τη διαχειριστείς σωστά. Είμαι εγώ ο τάδε, εσύ δεν είσαι, αλλά προσπαθείς να γίνεις, προσπαθείς να με «εκμεταλλευτείς» σωστά και γίνεσαι. Αυτό είναι τύχη. Η τύχη σου δεν είμαι μόνο εγώ, είσαι και εσύ που προσπαθείς να πάρεις το καλό από εμένα. Τότε και τα δεδομένα ήταν τόσο διαφορετικά. Υπήρχαν άνθρωποι στον χώρο, όπως ο Μάτσας, που μπορούσαν να βγάλουν από τους καλλιτέχνες τους τον καλύτερο εαυτό τους μουσικά. Όχι ότι δεν υπάρχουν πιο τέτοιοι άνθρωποι, απλά η τεχνολογία άλλαξε όλες τις ισορροπίες. Καταργήθηκαν εταιρείες-κολοσσοί. Για να μπεις τότε στη Μinos ΕΜΙ περνούσες από δέκα υπαλλήλους. Αυτά τα μηχανήματα είναι σαν τη διάσπαση του ατόμου. Μπορεί να σου φέρουν ρεύμα, μπορεί να κάνουν μια πυρηνική καταστροφή, Τώρα η δισκογραφία βρίσκεται στη Χιροσίμα, θα ξανακάνει όμως τον κύκλο του αυτό. Γιατί και ο ίδιος ο άνθρωπος κάνει πάντα κύκλους, θυμάμαι τον γιο μου τον μεγάλο, τον Χάρη, ήταν ακόμα πολύ νέος και μου είπε μια μέρα: «Πατέρα, όταν άκουγα τα τραγούδια σου έψαχνα τη γραμμή του μπάσου ή του πιάνου. Ξαφνικά ερωτεύτηκα και άρχισα να ακούω το λόγια. Γιατί τα λόγια με πληγώνουν». Έτσι, θα έρθει και η στιγμή που ο οργισμένος νέος θα ερωτευτεί την πιτσιρίκα και θα της πει άκουσε τι λέει αυτός, «ποιος να συγκριθεί μαζί σου. Εγώ εσένα αγαπάω».
Στον τελευταίο δίσκο υπάρχει ένα συγκινητικό τραγούδι για τη μητέρα σας, τη Μαρουσώ.
Είναι για τη μάνα μου, ναι. Για τον πατέρα μου είχα γράψει τραγούδι παλιά. Το είπε ο Βοσκόπουλος. Το Καρδιά μου μόνη. Νομίζεις ότι είναι ερωτικό τραγούδι; Δεν είναι. Χτυπούσε η πόρτα ενώ είχε φύγει και νόμιζα ότι θα μπει μέσα. Εγώ δεν ήμουν μαμάκιας, όπως όλα τα αγόρια, είχα λατρεία στον μπαμπά μου. Τον άκουγα να τραγουδάει και τρελαινόμουν…
Ίσα που πρόλαβε το ξεκίνημα σας.
Ελάχιστα. Αλλά ήταν σίγουρος για μένα.