Η Τάμτα είναι χωρίς δεύτερη σκέψη μια από τις πιο επιτυχημένες pop καλλιτέχνιδες της χώρας μας. Η ζωή της είναι σίγουρα δέκα φορές πιο ενδιαφέρουσα, αφού τίποτα δεν της χαρίστηκε.Στη συνέντευξή της στη Lifo, η Τάμτα ξετυλίγει το κουβάρι της ζωής της και αναφέρεται με λεπτομέρειες σε όσα την οδήγησαν σήμερα να είναι αυτό που είναι. Η δύσκολη καθημερινότητα στη Γεωργία, ένας γάμος στα 14, η απόκτηση ενός παιδιού λίγους μήνες μετά, και ένα διαζύγιο… Σίγουρα δεν είναι λίγα, ούτε εύκολα, όμως εκείνη νιώθει περήφανη για τη διαδρομή που έχει ακολουθήσει.«Δεν έχω μνήμες από συνύπαρξη με τον πατέρα μου, οι γονείς μου είχαν χωρίσει και ζούσα με τη μαμά μου. Μεγαλώνοντας προσπαθώ να ανακαλύψω αν αυτό με είχε τραυματίσει, και δε με βρίσκω ούτε τραυματισμένη, ούτε θυμωμένη. Συμβαίνουν αυτά στη ζωή, η μαμά μου πέρασε δύσκολα, αλλά κάλυψε την πλευρά του μπαμπά μου. Υπήρχαν στιγμές που άλλα κορίτσια έλεγαν, “δε με αφήνει ο μπαμπάς” για κάτι, κι εγώ σκεφτόμουν, “μήπως τελικά είμαι τυχερή;”. Παιδικές σκέψεις…» αναφέρει στην αρχή της συνέντευξής της η Τάμτα.

«Από τη μέρα που έπεσε το καθεστώς, ζήσαμε μια εντελώς νέα καθημερινότητα. Έκλεισαν εργοστάσια, η μαμά μου έχασε τη δουλειά της, όπως πολύς κόσμος, ξαφνικά δεν είχαμε καθημερινά είδη πρώτης ανάγκης, ρεύμα, νερό, θέρμανση, υπήρχε έλλειψη σε πολλά προϊόντα, σταμάτησαν οι εισαγωγές…. Μπήκαμε σε μια καταστροφική φάση πολιτικά και οικονομικά. Όταν υπάρχουν θέματα επιβίωσης, οι επιπτώσεις στον χαρακτήρα των ανθρώπων είναι φοβερές. Όταν δεν έχεις να ταΐσεις το παιδί σου, αγριεύεις. Είδαμε πολλά πρόσωπα να μεταλλάσσονται. Κοιτώντας πίσω, κατανοώ πολλά. Τότε ήμουν παιδί» προσθέτει.

Σε άλλο σημείο, η Τάμτα περιγράφει πώς προέκυψε ο γάμος στην ηλικία των 14 ετών.

«Όσο περνάνε τα χρόνια, αναθεωρούμε πολλά… Αντιλαμβάνομαι πως αυτό που συνέβη, ο γάμος στα 14 είναι λίγο σοκαριστικό και μπορεί κάποιος να το χρεώσει στους γονείς μου, στην κοινωνία, σε πολλά. Όμως γινόταν. Στη δική μου περίπτωση παραέγινε νωρίς, αλλά στα 16-17 δεν ήταν κάτι τρομερό αν συμφωνούσαν οι οικογένειες… Δεν ήμουν παιδί που φλέρταρε, ήμουν έξω από αυτά…

Πολλά αγόρια όμως έλεγαν ότι ήταν ερωτευμένα μαζί μου, κι εγώ πληγωνόμουν που ήθελα να είμαι απλώς φίλη τους. Κάπως έτσι έγινε και με τον πρώην σύζυγό μου. Ήμουν 14 κι εκείνος 16. Κάποια στιγμή η μαμά μου πήρε χαμπάρι ότι ερχόταν στις πρόβες, ότι με ακολουθούσε παντού, και του είπε, χωρίς να του απαγορεύσει επί της ουσίας κάτι, να το πάει πιο χαλαρά. Αυτός το πήρε αλλιώς. Με βρήκε έξω από το σπίτι και με παρακάλεσε να πάμε κάπου να μιλήσουμε οι δυο μας» αναφέρει και συνεχίζει την εξομολόγησή της λέγοντας:

«Είχα διαίσθηση ότι κάτι θα γινόταν. Με κατάφερε; Ήθελα να με καταφέρει; Η περιέργεια της ηλικίας; Δε με βάλανε ποτέ με το ζόρι στο αμάξι, αλλά το αμάξι δε σταμάτησε ποτέ για συζήτηση. Πήγαμε στο σπίτι φίλου του έξω από την Τυφλίδα, και τότε άρχισαν να μας ψάχνουν… Το κακό είχε γίνει. Είχα επιλογή αλλά θα έπρεπε να είμαι έτοιμη να δεχτώ ότι θα με έδειχναν με το δάχτυλο – είτε είχε γίνει κάτι είτε όχι. Όταν γυρίσαμε, είχα αποφασίσει ότι παντρεύτηκα. Είχα μεγαλώσει και με χωρισμένη μαμά – φυσικά άκουγα διάφορα κατά καιρούς – οπότε, παρά τα παρακάλια της, είχα πάρει την απόφασή μου, και κάπως έτσι, έμεινα έξι χρόνια παντρεμένη».

Η ζωή της θα περάσει σε μια άλλη φάση αφού λίγους μήνες μετά, θα έρθει στον κόσμο η κόρη της, Άννυ.

«Η Άννυ ήρθε μετά από περίπου δέκα μήνες, και τότε μπήκα στη δεύτερη φάση της ζωής μου, έγινα μαμά… Τότε σταμάτησε όλη η καλλιτεχνική ενασχόληση. Πήγαινα Β’ Γυμνασίου και αναγκαστικά συνέχισα σε νυχτερινό σχολείο. Μεγαλώναμε παράλληλα με την Άννυ, ήμουν έφηβη και μαμά ταυτόχρονα… Όταν τελείωσα το σχολείο, πέρασα στο Πανεπιστήμιο και σπούδασα ξένες γλώσσες, την άφηνα στο Νηπιαγωγείο και πήγαινα στη σχολή…. Η μαμά μου είχε αναγκαστεί να φύγει μόλις γεννήθηκε η Άννυ, γιατί είχε μείνει εντελώς χωρίς δουλειά… Δεν είχα ούτε τη μαμά μου. Από ένα σημείο και έπειτα, είχα αποφασίσει να χωρίσω, αλλά ήταν πολύ δύσκολο…. Ο πρώην άντρας μου δεν ήθελε καθόλου να χωρίσουμε, αλλά εγώ δε χωρούσα σε αυτή την κατάσταση. Τότε αποφάσισα να έρθω στην Ελλάδα… ήταν καθαρά μια διέξοδος διαφυγής…» εξομολογείται.

Η Τάμτα όμως, δεν ντρέπεται ούτε λυπάται για τίποτα από όλα αυτά: «Αν δεν ήταν αυτός ο άνθρωπος, αυτή η κατάσταση, αν δεν ήταν η Άννυ, δε θα βρισκόμουν εδώ… Δεν έχω κανένα λόγο να κλάψω, ούτε να κλαφτώ. Είμαι πολύ περήφανη για όλη τη διαδρομή μου στη ζωή μέχρι σήμερα».